Στο προηγούμενο θέμα εξετάσαμε τις διάφορες συνιστώσες του κριτικού αναστοχασμού και πώς μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε διαφορετικές ερωτήσεις για να φέρουμε στην επιφάνεια νέες αντιλήψεις για τον εαυτό μας και τον κόσμο γύρω μας. Σε αυτό το θέμα, θα επικεντρωθούμε στην εφαρμογή αυτών των γνώσεων στη δική μας παιδαγωγική πρακτική.
Ο αυτοαναστοχασμός μπορεί να είναι ένα σημαντικό πρώτο βήμα: Για να βοηθήσουμε άλλους ανθρώπους [δηλαδή τους μαθητές] να αμφισβητήσουν πεποιθήσεις και ιδέες που μπορεί να είναι προβληματικές, πρέπει πρώτα να προσδιορίσουμε εάν και πώς αυτές οι πεποιθήσεις και θέσεις θα μπορούσαν να ενσωματωθούν και στη δική μας καθημερινή πρακτική και παιδαγωγική μέθοδο. Μπορούμε να το καταφέρουμε αυτό θέτοντας ερωτήματα σχετικά με τις δικές μας προσωπικές πεποιθήσεις και ιδέες, ή αυτές που συναντάμε τακτικά στο εργασιακό (ή οικογενειακό) μας περιβάλλον.
Για να αναστοχαστούμε κριτικά για τη δική μας πρακτική, πρέπει να εξετάσουμε τα διάφορα στοιχεία που συνθέτουν την καθημερινή μας εμπειρία ως παιδαγωγών. Αυτά τα στοιχεία μπορεί να διαφέρουν ανάλογα με τις περιστάσεις μας. Ο τρόπος με τον οποίο βιώνουμε τις υποθέσεις που υποκινούν τις σκέψεις και τις πράξεις μας μπορεί να ποικίλει.
Το πιο πάνω σημαίνει ότι δεν υπάρχει μια προκαθορισμένη διαδικασία που πρέπει να ακολουθήσουμε όταν αναστοχαζόμαστε κριτικά για τη δική μας παιδαγωγική πρακτική. Καθώς ερχόμαστε σε επαφή με διάφορες πεποιθήσεις και οπτικές (είτε δικές μας είτε άλλων) και με διαφορετικούς τρόπους, ο τρόπος αναστοχασμού εξαρτάται από το εκάστοτε πλαίσιο.
Παρόλα αυτά, σύμφωνα με έρευνες (Brookfield 1987, Liu 2015, Liu 2020), υπάρχουν πολλές χρήσιμες προσεγγίσεις οι οποίες παρέχουν ένα πλαίσιο αναφοράς για διαδικασίες κριτικού αναστοχασμού πάνω στην επαγγελματική μας πρακτική (δείτε ένα παράδειγμα στον πίνακα που ακολουθεί).