Η ανάπτυξη της ικανότητας των μαθητών να αναλύουν πολιτικά ζητήματα είναι μια κρίσιμη πτυχή της δημοκρατικής εκπαίδευσης. Ταυτόχρονα, ωστόσο, η έναρξη πολιτικών συζητήσεων στην τάξη είναι ένα δύσκολο εγχείρημα, καθώς ενέχει τον κίνδυνο σύγκρουσης μεταξύ των μαθητών. Ως εκ τούτου, το θέμα των πολιτικών συζητήσεων και αναλύσεων μεταξύ των μαθητών συχνά εγείρει ηθικά διλήμματα για τους εκπαιδευτικούς.
Ωστόσο, όπως υποστηρίζουν οι Hess & McAvoy (2014), η πολιτική εκπαίδευση δεν ενέχει μόνο τον κίνδυνο της πολιτικής πόλωσης – μπορεί επίσης να αποτελέσει μια απάντηση σε αυτήν. Παρουσιάζοντας την πρακτική των «πολιτικών τάξεων», υποστηρίζουν ότι οι τάξεις μπορούν να αποτελέσουν χώρο πολιτικής μάθησης, όπου οι μαθητές συμμετέχουν σε συζητήσεις κοινωνικού και ηθικού χαρακτήρα, συζητώντας ερωτήματα όπως «Ποιος είναι ο τρόπος να ζήσουμε όλοι μαζί;». Έτσι, οι μαθητές έχουν την ευκαιρία να ασχοληθούν με θέματα που είναι επίκαιρα και σχετικά με τη ζωή τους.
Ένα σημαντικό επιχείρημα υπέρ της πολιτικής μάθησης σε εκπαιδευτικά περιβάλλοντα είναι ότι τα αμφιλεγόμενα ζητήματα συχνά συζητούνται από τους μαθητές ούτως ή άλλως. Η πολιτική μάθηση βοηθά ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος οι μαθητές να καταλήξουν σε πολωτικά συμπεράσματα που προκαλούν συγκρούσεις και ρήγματα. Επιτρέπει, επίσης, τη συζήτηση για τη διαφορετικότητα – όντας ενεργοί παράγοντες στις συζητήσεις με συνομηλίκους και όχι παθητικοί αποδέκτες ιδεολογικών θέσεων, οι μαθητές μπορούν να σχηματίσουν πολιτικές απόψεις που εμπλουτίζονται με σημαντικές εναλλακτικές οπτικές.
Τέλος, οι δημοκρατικές ή πολιτικές τάξεις μπορούν να βοηθήσουν τους εκπαιδευτικούς να αναπτύξουν τις δεξιότητες και την κρίση, ώστε να αποτρέψουν την εμφάνιση πολιτικών ή ιδεολογικών συγκρούσεων στον χώρο εργασίας τους.